υμενοπλαστική

υμενοπλαστική
η
πλαστική χειρουργική επέμβαση για ανάπλαση παρθενικού υμένα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • υμενοπλαστική — η, Ν ιατρ. πλαστική εγχείρηση ανάπλασης τού παρθενικού υμένα. [ΕΤΥΜΟΛ. < υμένας + πλαστική] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”